Endocrine Disrupting Chemicals (EDCs): Χημικές ουσίες ύποπτες για την διαταραχή του ορμονικού συστήματος
Χημικές ουσίες που θεωρούνται ενδοκρινικοί διαταράκτες εισέρχονται στο περιβάλλον κυρίως μέσω των βιομηχανικών και αστικών λυμάτων.
Η έκθεση του ανθρώπου σε αυτές μπορεί να προκληθεί μέσω της κατάποσης , της τροφής , της σκόνης , του νερού , της εισπνοής των αερίων και των σωματιδίων στον αέρα, της επαφής με το το δέρμα .
Γνωστά παραδείγματα ενδοκρινικών διαταρακτών είναι οι φθαλικές ενώσεις καθώς και μέταλλα όπως ο μόλυβδος και ο υδράργυρος.
Ορισμένα απο αυτά τα χημικά απαντώνται στην φύση ενώ άλλα δημιουργούνται μέσω συνθετικών ποικιλιών που μπορούν να βρεθούν στα ηλεκτρονικά είδη , στα φυτοφάρμακα, στα προϊόντα προσωπικής φροντίδας και στα καλλυντικά.
Μπορούν επίσης να βρεθούν ως πρόσθετες ύλες ή ως προσμείξεις στα τρόφιμα.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας καθόρισε το 2002 έναν ενδοκρινικό διαταράκτη ως ουσία ή μείγμα που μεταβάλλει τη λειτουργία του ενδοκρινικού συστήματος και συνεπώς προκαλεί δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία σε έναν ζώντα οργανισμό ή στους απογόνους του ή σε υποπληθυσμούς.
Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες αποτελούν ένα σημείο σφοδρής κριτικής καταναλωτικών και περιβαλλοντικών οργανώσεων κατά βιομηχανιών –μεταξύ των οποίων και των καλλυντικών – για την ύπαρξη ύποπτων προϊόντων στην αγορά .
Από την κριτική δεν έχει ξεφύγει ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς για απουσία πολιτικής βούλησης .
Ορισμένα κράτη μέλη -με πρωταγωνιστές τις Σκανδιναβικές χώρες – έχουν επίσης ασκήσει σφοδρή κριτική στην Ε.Ε για την έλλειψη αποφασιστικότητας στην ουσιαστική προστασία των πολιτών και του περιβάλλοντος από τους ενδοκρινικούς διαταράκτες