Η πανδημία εκτόξευσε το ηλεκτρονικό εμπόριο παράλληλα όμως πληθύναν και οι παραβιάσεις του κανονιστικού πλαισίου.
Το 21% των καλλυντικών προϊόντων που πωλούνται στην Γαλλία μεσω διαδικτύου κρίθηκαν μη συμμορφούμενα μετά από ανάλυση (κυρίως λόγω έλλειψης πληροφοριών σχετικά με την παρουσία οσμών αλλεργιογόνων).
Αυτό αναφέρει -μεταξύ άλλων – σε δελτίου τύπου η Γαλλική Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού, Καταναλωτών και Ελέγχου της Απάτης (DGCCRF):
Η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου, επιταχύνθηκε περαιτέρω στο πλαίσιο της πανδημίας και συνοδεύτηκε από την εμφάνιση νέων αγορών που συγκεντρώνουν προσφορές προϊόντων που καλύπτουν όλους τους τομείς και προσφέρονται από πληθώρα πωλητών.
Η έρευνα που διενεργήθηκε το 2020, ανέδειξε και πάλι υψηλά επίπεδα παραβιάσεων. Έτσι, το 2020, σε αναλύσεις 129 προϊόντων , πάνω από το 60% ήταν μη συμμορφούμενα ή /και επικίνδυνα.
Τα προϊόντα που στόχευσε η DGCCRF ήταν καλλυντικά ,είδη ταξιδιού ,διαγνωστικές συσκευές , παιχνίδια καθώς και είδη παιδικής φροντίδας..
Σε ότι αφορά τα καλλυντικά διερευνήθηκαν ειδικότερα :η παρουσία απαγορευμένων ουσιών
Συνολικά, 41 από τα 129 προϊόντα που αναλύθηκαν, βρέθηκαν επικίνδυνα (32%) και 35 (ή 28%), αν και ασφαλή, δεν πληρούσαν τα κριτήρια συμμόρφωσης που επιβάλλουν οι κανονισμοί.
Αυτό το σωρευτικό ποσοστό αποτυχίας 60% είναι σημαντικά υψηλότερο από τα αποτελέσματα που παρατηρούνται συνήθως σε έρευνες που στοχεύουν τα ίδια προϊόντα σε πιο «παραδοσιακά» κανάλια διανομής.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ένα διόλου ευκαταφρόνητο μέρος (20%) των προϊόντων ήταν αναμφίβολα καταγωγής Ασίας, αλλά, λόγω των ειδών των οποίων η προέλευση παρέμενε απροσδιόριστη (40%), η αναλογία αυτή δεν μπορούσε να προσδιοριστεί με ακρίβεια.
Η έρευνα της DGCCRF αποκάλυψε ότι πολλοί πωλητές τρίτων που χρησιμοποιούν πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου δημοφιλείς στους χρήστες του Διαδικτύου στη Γαλλία, προσφέρουν προϊόντα που δεν συμμορφώνονται, συχνά παρουσιάζοντας ακόμη και κινδύνους για τους καταναλωτές.
Αυτή η ανησυχητική παρατήρηση έρχεται παρόλο που κατά τη στιγμή της έρευνας, 6 από τις 10 αγορές που επιθεωρήθηκαν είχαν δεσμευτεί οικειοθελώς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (δύο από τις οποίες εντάχθηκαν στη διαδικασία αυτή κατά τη διάρκεια του έτους) να τηρήσουν τουλάχιστον 12 αρχές για τη συγκεκριμένη βελτίωση της ασφάλεια των προσφερόμενων προϊόντων και να αντιδρά κατάλληλα σε περίπτωση ανάκλησης ενός επικίνδυνου προϊόντος.